top of page
  • Εικόνα συγγραφέαIE LAB

Lean Methodology και Six Sigma: Ένα πάντρεμα που βελτιώνει και βελτιώνεται συνεχώς!

Ερευνητή στο Εργαστήριο Οργάνωσης Παραγωγής.


Η συνεχής αναζήτηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος είναι ένα κρίσιμο ζήτημα για κάθε εταιρεία που δραστηριοποιείται σε οποιονδήποτε κλάδο. Στις μέρες μας, ο ρυθμός των αλλαγών που συντελούνται στο επιχειρηματικό περιβάλλον είναι εξαιρετικά υψηλός και οι οργανισμοί όλων των κλάδων θα πρέπει να ακολουθούν τις τάσεις και τις βέλτιστες πρακτικές για τη διασφάλιση της επιτυχίας τους. Η ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογικών λύσεων και η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση (Industry 4.0) διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για αυτές τις ριζικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των εταιρειών. Οι αυτοματισμοί που μπορούν να εισαχθούν σε κάθε πτυχή των λειτουργιών βοηθούν τις εταιρείες στη συνεχή προσπάθειά τους για μείωση κόστους και βελτιωμένη απόδοση και παραγωγικότητα. Με αυτόν τον τρόπο, οι οργανισμοί μπορούν να ανταπεξέλθουν στις συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις των πελατών τους που ζητούν μεγάλη ποικιλία προϊόντων σε χαμηλές τιμές, με υψηλή ποιότητα και λειτουργικότητα. Εκτός από τον παράγοντα των απαιτητικών πελατών, η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και η ανάπτυξη σταθερών παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού οδηγούν τους οργανισμούς στην ανάγκη αντιμετώπισης ανταγωνιστών του παγκόσμιου επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Για το λόγο αυτό, μια εταιρεία θα πρέπει να ακολουθεί τα παγκόσμια πρότυπα για τις δραστηριότητές της προκειμένου να διατηρήσει τη βιωσιμότητά της.


Έτσι, λοιπόν, δημιουργείται η ανάγκη εντοπισμού των προβλημάτων, καθώς και η προσαρμογή των διαδικασιών των επιχειρήσεων, για τον επαναπροσδιορισμό των λειτουργικών και στρατηγικών τους στόχων. Για αυτόν τον λόγο, είναι απαραίτητη η υιοθέτηση μεθοδολογιών βελτίωσης επιχειρηματικών διαδικασιών. Σε αυτές τις μεθοδολογίες συγκαταλέγεται και η λογική της Συνεχούς Βελτίωσης (Continuous Improvement - CI), η οποία δεν είναι απλώς μια μεθοδολογία βελτίωσης των διαδικασιών, αλλά είναι κυρίως μια νοοτροπία που ακολουθούν οι επιχειρήσεις , ώστε να βελτιώνουν συνεχώς τις λειτουργίες τους. Η CI συμβάλλει στην αύξηση της ποιότητας, στη λειτουργική αριστεία και στη βελτίωση της απόδοσης, καθώς και στη μείωση της σπατάλης και των διακυμάνσεων στις διαδικασίες μιας επιχείρησης. Η έννοια της CI κερδίζει συνεχώς έδαφος στην πλειονότητα των οργανισμών σε όλους τους τομείς, καθώς οι ταχείς ρυθμοί που συντελούνται οι αλλαγές στην εποχής μας απαιτούν και συνεχή εξέλιξη , μέσω σταδιακών βημάτων και έργων βελτίωσης, οδηγώντας σε σωρευτικά σημαντικά οφέλη αναλογικά με το επενδυτικό περιθώριο κάθε εταιρείας. Συνεπώς, οι επιχειρήσεις για να είναι ανταγωνιστικές θα πρέπει να χτίζουν βήμα-βήμα τη λειτουργία τους και όχι μέσω απότομων ριζικών αλλαγών πάνω σε σαθρά θεμέλια.

Από την άλλη πλευρά η μεθοδολογία του six sigma αποτελεί μια μεθοδολογία CI που ξεκίνησε από τη Motorola τη δεκαετία του ‘80 και έχει σαν στόχο να εξαλείψει τα ελαττώματα και τα λάθη από τις διαδικασίες, αναλύοντας με στατιστικές και ποσοτικές μεθόδους τα δεδομένα, καθώς εγγενώς το 6σ εμπεριέχει την έννοια της στατιστικής με την τυπική απόκλιση (σ), προτείνοντας λύσεις με γνώμονα τις απαιτήσεις του πελάτη και έχοντας σαν τελικό στόχο την εμφάνιση μόνο 3,4 ελαττωμάτων ανά 1.000.000 προϊόντα ή διαδικασίες. Η επιτυχία της συγκεκριμένης μεθοδολογίας δεν άργησε να εμφανισθεί, καθώς υιοθετήθηκε πολύ γρήγορα από πολλές μεγάλες εταιρείες, όπως για παράδειγμα η General Electric, η Honeywell, η Samsung, και η Bank of America.


Ο συνδυασμός των δύο μεθοδολογιών οδήγησε στην πλέον πιο κοινή και διαδεδομένη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την επίτευξη της CI, αυτή του Λιτού Έξι Σίγμα - Lean Six Sigma (LSS), η οποία έχει γνωρίσει μεγάλη δημοφιλία την τελευταία δεκαετία. Ο στόχος του LSS είναι η εκμετάλλευση τόσο του lean όσο και των πλεονεκτημάτων της μεθοδολογίας six sigma. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, είναι «μια επιχειρηματική στρατηγική και μεθοδολογία που αυξάνει την απόδοση των διαδικασιών, με αποτέλεσμα την αύξηση της ικανοποίησης των πελατών και βελτιωμένα τελικά αποτελέσματα». Το σημαντικότερο γνώρισμα του LSS είναι ότι εξετάζει τις διαδικασίες από την οπτική γωνία του πελάτη. Αναγνωρίζει τις ανάγκες του πελάτη και προσπαθεί να προσθέσει αξία και να αυξήσει την ποιότητα των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προσφέρονται στους πελάτες, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα τη μείωση της περιττής σπατάλης και του κόστους. Επιπλέον, οι δομημένες και απλές μέθοδοι που προσφέρονται από το LSS για τον ορισμό και την ανάλυση των προβλημάτων, με σημαντικότερη την DMAIC (Define, Measure, Analyze, Improve, Control), σε συνδυασμό, με μια ποικιλία εργαλείων που δίνουν ταυτόχρονα ποιοτική και ποσοτική οπτική στα προβλήματα και μπορούν να προσαρμοστούν σε κάθε περίπτωση, βοηθούν τους οργανισμούς να υιοθετήσουν τις απαραίτητες βελτιωτικές ενέργειες. Για αυτόν τον λόγο όλο και περισσότερες εταιρείες επιθυμούν να εκπαιδεύσουν τους εργαζομένους, ώστε να αποκτήσουν την γνώση και την απαραίτητη νοοτροπία που απαιτείται για την εφαρμογή του LSS και την ένταξή του στη στρατηγική της επιχείρησης.


Το αρχικό «πάντρεμα» που οδήγησε στο Lean Six Sigma, σύμφωνα με τον γκουρού του LSS Jiju Antony, ήταν μόνο η αρχή της συγκεκριμένης έννοιας, το λεγόμενο LSS 1.0, καθώς με το πέρασμα των ετών η συγκεκριμένη μεθοδολογία εξελισσόταν συνεχώς, περνώντας από το LSS 2.0, το LSS 3.0 και καταλήγοντας στο πιο πρόσφατο LSS 4.0. Πιο συγκεκριμένα, το LSS 2.0 (LSS and “Green”) προέκυψε το 2002, σχεδόν αμέσως μετά την πρώτη εμφάνιση της έννοιας του LSS, και αφορά την επιδίωξη των περιβαλλοντικών και γενικότερα των στόχων αειφορίας (sustainability) των επιχειρήσεων. Η συγκεκριμένη εξέλιξη μπορεί να θεωρηθεί ως αναμενόμενη, διότι οι επιχειρήσεις άμεσα αντιλήφθηκαν ότι μπορούν να επιτύχουν τους στόχους αειφορίας τους, οι οποίοι άρχιζαν να γίνονται όλο και πιο επιτακτικοί, εφαρμόζοντας τη μεθοδολογία LSS για τη βελτίωση των διαδικασιών τους με γνώμονα περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς δείκτες.


Το πέρασμα των ετών και η συνεχώς αυξανόμενη εφαρμογή του LSS σε οργανισμούς διαφόρων κλάδων και μεγεθών οδήγησε to 2018 τους Snee and Hoerl, δύο εκ των πρωτεργατών του LSS, να οδηγηθούν στο συμπέρασμα, μέσω του βιβλίου τους “Leading Holistic Improvement with Lean Six Sigma 2.0”, ότι από το 2010 είχαμε περάσει στην εποχή της ολιστικής εφαρμογής και υιοθέτησης του LSS, καθώς πλέον οι επιχειρήσεις όλων των κλάδων το έβλεπαν σαν ένα ολοκληρωμένο σύστημα βελτίωσης που μπορεί επιτυχώς να δημιουργεί, να διατηρεί και να ενσωματώνει βελτιώσεις στις διαδικασίες σε οποιοδήποτε περιβάλλον και σε οποιαδήποτε στρατηγική ή οργανωτική κουλτούρα, μέσα από μια ευρεία επιλογή εργαλείων και μεθόδων. Μια παρατήρηση, βεβαίως, που προκύπτει είναι ότι η ολιστική προσέγγιση είχε ονομαστεί αρχικά LSS 2.0 και όχι LSS 3.0. Αυτό άλλαξε στην πορεία, καθώς, ενώ στην αρχή θεωρήθηκε η ενσωμάτωση της αειφορίας ως κομμάτι της ολιστικής προσέγγισης, στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι αποτελούσε ξεχωριστό και σημαντικό κομμάτι της εξέλιξης του LSS, που μάλιστα εμφανίστηκε πολύ πιο νωρίς σε σχέση με την ολιστική προσέγγιση, και διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στην ευρεία διάδοση και υιοθέτησή του. Συνεπώς, αποφασίστηκε ο διαχωρισμός των φάσεων εξέλιξης σε LSS 2.0 και LSS 3.0. Το τελευταίο στάδιο της εξέλιξης του LSS, που έχει καταγραφεί έως τώρα, είναι το LSS 4.0. O Antony (που αναφέρθηκε και πιο πάνω), το 2021, μελετώντας τον τρόπο που εφαρμόζεται το LSS στην εποχή του Industry 4.0, κατέληξε ότι έχει περάσει στη φάση που οι σύγχρονες τεχνολογίες του ψηφιακού μετασχηματισμού, όπως το Internet of Things (IoT), η ανάλυση μεγάλου όγκου δεδομένων και η επαυξημένη πραγματικότητα, ηγούνται των λύσεων που προτείνονται για βελτίωση των διαδικασιών μέσω του LSS. Με αυτόν τον τρόπο, όλη η ανάπτυξη της μεθοδολογίας που πραγματοποιήθηκε από τη γέννηση της έρχεται και εντάσσεται στο ζητούμενο της εποχής της ψηφιοποίησης.

Είναι φανερό πως όπως όλες οι μεθοδολογίες, έτσι και το LSS χρειάζεται να εξελίσσεται συνεχώς και να βελτιώνεται για να μπορέσει με τη σειρά του να δράσει ως σύγχρονη προσέγγιση βελτίωσης. Η βελτίωση των διαδικασιών είναι από τα πιο δύσκολα και απαιτητικά έργα για τις επιχειρήσεις, πόσο μάλλον όταν πρέπει να είναι συνέχεια σε εγρήγορση για συνεχή αναζήτηση περιθωρίων εξέλιξης. Για αυτόν το λόγο, είναι υψίστης σημασίας η καλλιέργεια της κουλτούρας συνεχούς βελτίωσης στους ανθρώπους των επιχειρήσεων και η παροχή γνώσης σχετικά με μεθοδολογίες βελτίωσης όπως το LSS, το οποίο αναγνωρίζοντας και ακολουθώντας τις ανάγκες και τις απαιτήσεις κάθε εποχής συμβάλλει στον τεκμηριωμένο ανασχεδιασμό των διαδικασιών.

bottom of page